Στα ανατολικά του ομώνυμου χωριού, 80 χλμ. από τη Θεσσαλονίκη και 25 από τον Πολύγυρο, κείτεται η αρχαία Όλυνθος, στο μυχό του Τορωναίου Κόλπου. Η αρχαία πόλη κτίστηκε ανάμεσα σε δύο υψίπεδα, από τα οποία το νότιο είχε κατοικηθεί πρώτο, με τρόπο που ακολουθούσε τις διακυμάνσεις του εδάφους. Εκεί τοποθετείται η αρχαϊκή πόλη, που κάηκε από τους Πέρσες και εγκαταλείφθηκε ολότελα.
Ο αρχαιολογικός χώρος, με έκταση 500 περίπου στεμμάτων, περιλαμβάνει τους δύο λόφους και έκταση στους πρόποδές τους, όπου βρίσκεται το φυλάκιο και κτήριο που στεγάζει χώρους υποδομής των επισκεπτών και συγχρόνως φιλοξενεί φωτογραφική έκθεση. Από την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου ένα ανηφορικό μονοπάτι οδηγεί τον επισκέπτη στους δύο λόφους. Η αρχαϊκή πόλη, κτισμένη με υποτυπώδες πολεοδομικό σχέδιο καταλάμβανε όλο το λόφο. Σώζονται δύο λεωφόροι, κατά μήκος του ανατολικού και του δυτικού άκρου της πόλης, που επικοινωνούσαν μεταξύ τους με εγκάρσιους δρόμους. Στη μία λεωφόρο εντοπίστηκαν καταστήματα, μικρές κατοικίες και αποθηκευτικοί λάκκοι, ενώ στο βόρειο τμήμα του λόφου ανασκάφηκε το διοικητικό κέντρο: η αγορά και το πρυτανείο.
Η κλασική πόλη ιδρύθηκε πάνω στο βόρειο υψίπεδο, σε μια έκταση εμβαδού 600 x 300 μ. Η έκταση αυτή διαιρέθηκε σε 64 οικοδομικά τετράγωνα, τα οποία διαχωρίζονταν από οριζόντιους και κάθετους δρόμους, μερικοί από τους οποίους με κατεύθυνση βορρά – νότο είχαν πλάτος ως 7 μ. Το κάθε οικοδομικό συγκρότημα (insula) διέθετε δέκα τετράγωνης κάτοψης οικόπεδα με πέντε οικίες σε κάθε μακρά του πλευρά. Οι οικίες ήταν διόροφες στη βορεινή πλευρά τους και είχαν λιθόστρωτη αυλή στη νότια (παστάδα). Η κάθε οικία αποτελούνταν από τον ανδρώνα, που βρισκόταν στο ισόγειο, κοσμούνταν συνήθως από ψηφιδωτά δάπεδα με φυτικές, αλλά και ανθρωπόμορφες συνθέσεις, όπου τελούνταν τα δείπνα, το “διαιτητήριον”, τον “οίκο”, το “οπτάνιον”, το “βαλάνειον” και από τον “ίμερο” (θάλαμος) και το γυναικωνίτη στον όροφο. Πολύ σημαντικές για την έρευνα είναι και οι πλούσιες οικίες, που βρίσκονταν εκτός του περιτειχισμένου τμήματος της πόλης στα ανατολικά του βόρειου υψιπέδου, στο αριστοκρατικό προάστιο. Εδώ ανασκάφηκαν ορισμένα από τα πιο αξιόλογα δείγματα αρχαίων επαύλεων: η έπαυλη της Αγαθής Τύχης, του Ηθοποιού, των Διδύμων Ερώτων.
Τόσο η αρχαϊκή, όσο και η κλασική πόλη πρέπει να ήταν οχυρωμένες. Ωστόσο, δεν έχουν επισημανθεί λείψανα από τα τείχη της αρχαϊκής πόλης. Από την οχύρωση της κλασικής πόλης έχουν ανακαλυφθεί στο βόρειο υψίπεδο μικρά τμήματα των τειχών, τα οποία δεν είναι, όμως, διαφωτιστικά, για τον τρόπο κατασκευής τους. Οι ερευνητές εικάζουν, ότι η πόλη προστατευόταν με τείχος από άψητες πλίνθους και το οποίο περιέκλειε όλη την πόλη.
Από τους δημόσιους χώρους πρέπει να αναφερθούν η Αγορά, η οποία τοποθετείται στα νότια της πόλης, η δημόσια κρήνη και πιθανότατα το δημόσιο τέμενος, τα οποία πρέπει να τοποθετηθούν στα δυτικά της πόλης, και το θέατρο, το οποίο πρέπει να αναζητηθεί σε κοίλωμα της νότιας πλευράς του νότιου υψιπέδου. Στο νότιο άκρο του ίδιου υψιπέδου, επίσης, σώζονται τα θεμέλια βυζαντινού πύργου του 12ου αιώνα μ.Χ. και ίχνη κατοίκησης της νεολιθικής εποχής. Τέλος, η νεκρόπολη της πόλης βρισκόταν στα δυτικά της, εκτός των τειχών, στην οποία έχουν βρεθεί σημαντικά κτερίσματα, που αποδεικνύουν τον πλούτο και το υψηλό βιωτικό επίπεδο των κατοίκων της.